• sözlük
  • dictionary
  • wörterbuch
  • çeviri
Genel Arama
Çeviri
Eski Arayüz
Web Arama
KELİME
     

Google Translate
KELİME
     
Dil Seçimi
»
|

İngilizce » Yunanca Yukarı
boat Dinle! {bəʋt}
  • {N} καράβι, βάρκα, πλοίο, πλοιάριο, λέμβος

İngilizce » Yunanca İlişkili Sonuçlar Yukarı
boat anchor
  • {N} άγκυρα λέμβου, κερκέτης
boat hook {'bəʋthʋk}
  • {N} κοντάρι
boat house {'bəʋt,haʋs}
  • {N} λεμβοστάσιο
boat race
  • {N} λεμβοδρομία
ferry boat {'ferı,bəʋt}
  • {N} φέρυ-μπώτ, πλοίο διαπόρθμευσης
flying boat
  • {N} υδροπλάνο
life boat {'laıf,bəʋt}
  • {N} ναυαγοσωστική λέμβος
motor boat {'məʋtər,bəʋt}
  • {N} βενζινάκατος
power boat {'paʋər,bəʋt}
  • {N} βενζινάκατος
row-boat {'rəʋ,bəʋt}
  • {N} λέμβος, βάρκα με κουπιά
rowing boat {'rəʋıŋ,bəʋt}
  • {N} βάρκα κωπηλασίας
sail boat {'seıl,bəʋt}
  • {N} ιστιοφόρο
sailing boat {'seılıŋbəʋt}
  • {N} ιστιοφόρο
sauce boat {'sɔ:s,bəʋt}
  • {N} σαλτσιέρα
show boat {'ʃəʋ,bəʋt}
  • {N} πλοίο με θεατρικές επιδείξεις
shower boat
  • {N} πλοίο με θεατρικές επιδείξεις
torpedo boat {tɔ:r'pi:dəʋ,bəʋt}
  • {N} ναρκοβόλο, αντιτορπιλικό, τορπιλλοβόλο
tow-boat {'təʋ,bəʋt}
  • {N} ρυμουλκό πλοίο
U-boat Dinle! {'ju:bəʋt}
  • {N} γερμανικό υποβρύχιο
whale-boat {'weıl,bəʋt}
  • {N} πλοίο φαλαινοθηρίας