• sözlük
  • dictionary
  • wörterbuch
  • çeviri
Genel Arama
Çeviri
Eski Arayüz
Web Arama
KELİME
     

Google Translate
KELİME
     
Dil Seçimi
»
|

İngilizce » Yunanca Yukarı
bearing {'beərıŋ}
  • {N} στήριγμα, υποστήριγμα άξονος, καρποφορία, τεκνοποιία, κορμοστασία, συμπεριφορά, υπομονή, ανοχή, παράστημα, σχέση, συνέπεια, τριβέας, ρουλεμάν, έδρανο, έμβλημα

İngilizce » Yunanca İlişkili Sonuçlar Yukarı
ball bearing {bɔ:l'beərıŋ}
  • {N} ρουλεμάν, ένσφαιρος τριβέας
base bearing
  • {N} έδρανο
bearing a title
  • {N} τιτλούχος
bearing seeds
  • {N} σπερμοφόρος
bearing spring
  • {N} ελατήριο αιωρήσεως
child bearing {'tʃaıld,beərıŋ}
  • {N} τεκνοποιία
martial bearing
  • {N} στρατιωτικό παράστημα
oil bearing
  • {N} πετρελαιοφόρος
roller-bearing
  • {N} κυλινδρικός τριβεύς
tale bearing {'teıl,beərıŋ}
  • {N} κουτσομπολιό